Reuters: «Το Ιράν ετοιμάζεται να απορρίψει την πρόταση των ΗΠΑ για τα πυρηνικά»
Το Ιράν είναι έτοιμο να απορρίψει την πρόταση των Ηνωμένων Πολιτειών για το πυρηνικό πρόγραμμα, δήλωσε Ιρανός διπλωμάτης στο Reuters, εκτιμώντας ότι η πρόταση αυτή δεν συμπεριλαμβάνει τα συμφέροντα της Τεχεράνης ούτε λειαίνει τη στάση της Ουάσινγκτον σχετικά με τον εμπλουτισμό ουρανίου.
«Το Ιράν συντάσσει μια αρνητική απάντηση στην αμερικανική πρόταση», δήλωσε σο ανώτερος διπλωμάτης, ο οποίος βρίσκεται κοντά στη διαπραγματευτική ομάδα του Ιράν.
Η πρόταση των ΗΠΑ για μια νέα πυρηνική συμφωνία παρουσιάστηκε στο Ιράν το Σάββατο από τον υπουργό Εξωτερικών του Ομάν, Σαγίντ Μπαντρ Αλμπουσαϊντί. Ο υπουργός πραγματοποίησε μια σύντομη επίσκεψη στην Τεχεράνη καθώς είναι μεσολαβητής στις συνομιλίες μεταξύ Τεχεράνης και Ουάσινγκτον.
Επειτα από πέντε γύρους συζητήσεων μεταξύ του Ιρανού υπουργού Εξωτερικών, Αμπάς Αρακτσί και του απεσταλμένου του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ για τη Μέση Ανατολή, Στιβ Γουίτκοφ, τα εμπόδια παραμένουν.
Το Ιράν αρνείται να δεσμευθεί ότι θα σταματήσει τον εμπλουτισμό ουρανίου στις πυρηνικές του εγκαταστάσεις ενώ παραμένει αρνητικό και στην παράδοση του ουρανίου στο εξωτερικό. Αντίθετα, η Τεχεράνη ισχυρίζεται ότι αναπτύσσει πυρηνική τεχνολογία για ειρηνικούς σκοπούς και αρνείται τις κατηγορίες των δυτικών ότι επιδιώκει να αναπτύξει πυρηνικά όπλα.
«Στην πρόταση που μας παραδόθηκε, η στάση των ΗΠΑ σχετικά με τον εμπλουτισμό στο ιρανικό έδαφος παραμένει αμετάβλητη και δεν υπάρχει σαφής εξήγηση σχετικά με την άρση των κυρώσεων», δήλωσε ο διπλωμάτης, ο οποίος αρνήθηκε να κατονομαστεί λόγω της ευαισθησίας του θέματος.
Ο Αρακτσί δήλωσε από την πλευρά του ότι η Τεχεράνη θα απαντήσει επίσημα στην πρόταση σύντομα. Το αμερικανικό υπουργείο Εξωτερικών αρνήθηκε να σχολιάσει.
Το Ιράν απαιτεί την άμεση άρση όλων των κυρώσεων που έχουν επιβάλει οι ΗΠΑ, με τις τελευταίες να απαντούν ότι οι κυρώσεις που σχετίζονται με τα πυρηνικά θα πρέπει να καταργηθούν σταδιακά. Δεκάδες ιδρύματα ζωτικής σημασίας για την οικονομία του Ιράν, συμπεριλαμβανομένης της κεντρικής τράπεζας και της εθνικής πετρελαϊκής εταιρείας, έχουν μπει στη μαύρη λίστα από το 2018 επειδή, σύμφωνα με την Ουάσινγκτον, «υποστηρίζουν την τρομοκρατία ή τη διάδοση όπλων».
Content Original Link:
" target="_blank">