Τελευταίος ασπασμός στον Φραγκίσκο
Ο Πάπας Φραγκίσκος περίμενε να εορτάσει το κοινό Πάσχα και να φύγει την άλλη ημέρα (21 Απριλίου 2025) από τούτη τη ζωή. Πρόλαβε πάντως να στείλει το τελευταίο πασχάλιο μήνυμά του urbi et orbi για έναν κόσμο όπου το κακό δεν θα έχει το πάνω χέρι. Αυτή την ώρα του προσευχητικού αποχαιρετισμού, τον φέρνουμε στον νου μας με ευγνωμοσύνη ως εκείνον που άνοιξε τις πόρτες της Καθολικής Εκκλησίας για να μπουν μέσα οι άνθρωποι και, ακόμη περισσότερο, για να βγουν από αυτές οι επίσκοποι και οι ιερείς και να συναντήσουν τους ανθρώπους στους δρόμους και στις πλατείες, στα εργοστάσια και στα χωράφια, στα νοσοκομεία και στις φυλακές, παντού όπου βρίσκονται.
Την εποχή των ταυτοτικών ιδεολογιών και κινημάτων, ο Φραγκίσκος πήγε αναπόταμα και άνοιξε τις βαριές πόρτες, δεν υπερασπίστηκε πίσω από τα τείχη μια ένδοξη ταυτότητα, αλλά κάλεσε ευαγγελικά: «Δεύτε προς με πάντες οι κοπιώντες και πεφορτισμένοι» (Μτ 11:28).
Στα δώδεκα χρόνια (2013-2025) που τιμόνεψε την Καθολική Εκκλησία έφερε τα πάνω κάτω, σε ένα χώρο μάλιστα που συνήθως ταυτίζει φοβικά την παράδοση με την ακινησία, κάτι χειρότερο: εγκαυχάται ότι δεν αλλάζει τίποτε και κρατάει την πίστη ακαινοτόμητη. Εφερε τα πάνω κάτω με τον λόγο του, τις πράξεις του, αλλά και με το ύφος του. Χωρίς καμία πρόθεση συνολικής αποτίμησης, θα σημειώσω ελάχιστα για καθένα από αυτά τα τρία, αρχίζοντας με το ύφος της εξουσίας του, τον τρόπο με τον οποίο κυβέρνησε την Εκκλησία.
Ας τον θυμηθούμε την πρώτη στιγμή, μετά την εκλογή του, όταν από το μπαλκόνι της βασιλικής του Αγίου Πέτρου σκύβει και ζητάει από τα πλήθη να προσευχηθούν γι’ αυτόν! Μα ο Πάπας δεν είναι αυτός μόνο που ευλογεί; Την εύσημη αυτή ημέρα, ξεκίνησε την ομιλία του ευχόμενος απλά στους ανθρώπους «καλησπέρα». Κανείς Πάπας δεν είχε πει έως τότε από εκείνο το μπαλκόνι στους συγκεντρωμένους πιστούς την ανήκουστη λέξη «καλησπέρα»! Ετσι έμεινε μέχρι τέλους: απλός, οικείος, απροσποίητος.
Ανοιξε τις πόρτες της Καθολικής Εκκλησίας για να μπουν μέσα οι άνθρωποι και, ακόμη περισσότερο, για να βγουν από αυτές οι επίσκοποι και οι ιερείς και να συναντήσουν τους ανθρώπους στους δρόμους και στις πλατείες, στα εργοστάσια και στα χωράφια, στα νοσοκομεία και στις φυλακές, παντού όπου βρίσκονται.
Για τον λόγο του Πάπα βρέθηκαν αρκετοί να πουν ότι δεν ήταν σπουδαίος θεολογικός λόγος, κάποιοι μάλιστα τον ειρωνεύονταν ότι όλα αυτά που έλεγε ήταν εύκολα ανθρωπιστικά γλυκόλογα. Ασ’ τους να λένε! Οι σοφοί θεολόγοι έχουν τα πανεπιστήμιά τους, τα συνέδρια, τα βιβλία τους, τα περιοδικά τους, ο αρχηγός της Εκκλησίας πρέπει να μιλήσει στους ανθρώπους με ευαγγελική απλότητα. Οι τέσσερις εγκύκλιοί του, πάντως (Lumen fidei, Laudato si, Fratelli tutti, Dilexit nos), είναι σημαντικά κείμενα και εμπνευστικά.
Από τα πάμπολλα άλλα επίσημα κείμενά του ως Πάπα, θα ήθελα να μνημονέψω εν τάχει δύο επιστολές του: «Για τον ρόλο της λογοτεχνίας στη μόρφωση» (17 Ιουλίου 2024) και «Για την ανανέωση της μελέτης της ιστορίας της Εκκλησίας» (21 Νοεμβρίου 2024).
Στην πρώτη προβάλλει τη μεγάλη σημασία της ανάγνωσης λογοτεχνίας από τους ιερείς και τους πιστούς: Η λογοτεχνία είναι μια παλαίστρα διακρίσεως (§ 26), που μας μαθαίνει ότι το μυστήριο του κόσμου και της ζωής δεν μπορεί ποτέ να αναχθεί στο «αντινομικό δίπολο αλήθεια/ψέμα ή δίκαιο/άδικο» (§ 40). Δεν μιλάει εδώ καθηγητής λογοτεχνίας του Χάρβαρντ, μιλάει ο Πάπας! Και προσθέτει αλλού: «Ο αναγνώστης δεν είναι παραλήπτης ενός ψυχωφελούς μηνύματος, αλλά είναι πρόσωπο που καλείται ενεργά να διακινδυνεύσει σε ένα ασταθές πεδίο όπου τα σύνορα ανάμεσα στη σωτηρία και στην απώλεια δεν είναι προκαθορισμένα και ξεχωρισμένα» (§ 29).
Στη δεύτερη επιστολή τονίζει την ανάγκη να αποκτήσουν οι σπουδαστές της θεολογίας και οι ιερείς «αληθινή ιστορική ευαισθησία», υπό την έννοια κυρίως της εξοικείωσης με την ιστορική διάσταση του ανθρώπου (§1), ώστε να μπορούν να κατανοήσουν την πραγματικότητα, χωρίς επικίνδυνες αφαιρέσεις.
Επικαλείται, χωρίς να τον κατονομάζει, έναν μεγάλο Γάλλο θεολόγο –πρόκειται κατά πάσα πιθανότητα για τον Υβ Κονγκάρ (1904-1995)– ο οποίος δίδασκε στους φοιτητές του ότι η μελέτη της Ιστορίας προφυλάσσει από έναν «εκκλησιολογικό μονοφυσιτισμό», δηλαδή από μια αντίληψη αγγελική της ιστορίας της Εκκλησίας, άσπιλης και άμωμης, και οδηγεί να αγαπήσουμε την αληθινή Εκκλησία, αυτήν που πραγματικά υπάρχει, και όχι ένα ανύπαρκτο φάντασμα (§2), και να γράψουμε την ιστορία της χωρίς αγγελισμό και θριαμβολογία (§2).

Από την τεράστια περιοχή των αποφάσεων και των πράξεων του Φραγκίσκου, θα αναφερθώ αποκλειστικά σε εκείνο που στάθηκε για εκείνον το κυριότερο, η αληθινή πνευματική διαθήκη του: η συνοδικότητα της Εκκλησίας. Συνοδικότητα σημαίνει Εκκλησία στη ζωή και στη διακυβέρνηση της οποίας μετέχουν όλοι οι βαπτισμένοι χριστιανοί, άνδρες και γυναίκες. Ολα τα άλλα είναι εκ του πονηρού. Οι εργασίες της συνόδου για τη συνοδικότητα ξεκίνησαν τον Οκτώβριο του 2021 και έκλεισαν τον Οκτώβριο του 2024.
Είναι λυπηρό που η σύνοδος δίστασε να προχωρήσει στη χειροτονία γυναικών, έστω ως μονίμων διακονισσών. Η υπόθεση πάντως έχει δρόμο ακόμη: Στις 15 Μαρτίου 2025, ο Πάπας ενέκρινε μέσα από το νοσοκομείο την επιστολή του γενικού γραμματέα της συνόδου των επισκόπων προς όλους τους επισκόπους της Καθολικής Εκκλησίας, για τη διαδικασία υποδοχής και πρόσληψης των συμπερασμάτων της συνόδου από τις τοπικές Εκκλησίες. Η διαδικασία αυτή προβλέπεται να ολοκληρωθεί τον Οκτώβριο του 2028.
Ολα είναι ανοιχτά επομένως και εύθραυστα. Το κύριο έργο του Φραγκίσκου, η αληθινή επανάστασή του, βρίσκεται πια στα χέρια του διαδόχου του. Αν αυτός δεν είναι του ίδιου πνεύματος με τον Φραγκίσκο, φοβάμαι ότι το πρώτο που θα θυσιαστεί, στον βωμό τάχα της ενότητας, θα είναι αυτή η λειψή έστω συνοδικότητα.
Content Original Link:
" target="_blank">