«Οι ΗΠΑ κινδυνεύουν να βαθύνουν την ισραηλινο-παλαιστινιακή σύγκρουση»
«Εάν ο Τραμπ συνεχίσει να ευθυγραμμίζεται με την σκληροπυρηνική ατζέντα του Νετανιάχου, χωρίς να ασχοληθεί με τα δικαιώματα των Παλαιστινίων, οι ΗΠΑ κινδυνεύουν να βαθύνουν την ισραηλινο-παλαιστινιακή σύγκρουση», υπογραμμίζει στο Βήμα η ιδρύτρια και πρόεδρος ενός εκ των κορυφαίων think tank των ΗΑΕ, του Κέντρου Πολιτικής των Εμιράτων, και Συμβουλευτικό μέλος της Επιτροπής του Συμβουλίου Συνεργασίας του Κόλπου (GCC), Δρ Εμπτεσάμ Αλ-Κέτμπι, που πρόσφατα βρέθηκε στους Δελφούς, προκειμένου να μετάσχει στο 10ο Οικονομικού Φόρουμ.
Ποια θα μπορούσε να είναι η λύση του σημερινού αδιεξόδου στη Λωρίδα της Γάζας, που αποσταθεροποιεί ολόκληρη την περιοχή, και ποιος μπορεί να είναι ο ρόλος των αραβικών κρατών σε αυτή;
«Η συνεχιζόμενη κρίση στη Γάζα πράγματι αποτελεί σοβαρή απειλή για την περιφερειακή σταθερότητα στη Μέση Ανατολή. Πρώτη προτεραιότητα για μια βιώσιμη επίλυση είναι η άμεση και διαρκής κατάπαυση του πυρός, που θα επιτρέψει την ανθρωπιστική βοήθεια και την ασφαλή διέλευση των αμάχων. Η περιφερειακή διπλωματική ηγεσία, ιδιαίτερα της Αιγύπτου, του Κατάρ, της Ιορδανίας, της Σαουδικής Αραβίας και των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, είναι απαραίτητη για τη διαμεσολάβηση και τον σχεδιασμό μετά τη σύγκρουση.
Η διεθνής συμμετοχή είναι επίσης κρίσιμη. Οι ΗΠΑ μπορούν να αξιοποιήσουν τη στενή τους σχέση με το Ισραήλ για να πιέσουν για αυτοσυγκράτηση και διπλωματία, ενώ η Ευρωπαϊκή Ένωση και ο ΟΗΕ μπορούν να παρέχουν ανθρωπιστική βοήθεια και να υποστηρίξουν τις προσπάθειες ανοικοδόμησης».
«Οι ΗΠΑ πρέπει να στραφούν από την παθητική υποστήριξη στην ενεργητική διπλωματία»

Η αναλύτρια από τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα Δρ Εμπτεσάμ Αλ-Κέτμπι
Ο Ντόναλντ Τραμπ είχε πάντως δεσμευτεί να τερματίσει τον πόλεμο στη Γάζα, προτείνοντας ως λύση την απομάκρυνση όλων των Παλαιστινίων από τη Λωρίδα.
«Η ιδέα του βίαιου εκτοπισμού όλων των Παλαιστινίων από τη Γάζα, όπως φέρεται να προτείνει ο πρόεδρος Τραμπ, είναι μια ηθικά απαράδεκτη, παράνομη και στρατηγικά καταστροφική πρόταση. Μια τέτοια ενέργεια θα συνιστούσε εθνοκάθαρση, θα παραβίαζε το διεθνές δίκαιο, θα τροφοδοτούσε την περιφερειακή αστάθεια και θα έσβηνε τις ελπίδες για ειρήνη.
Οι ΗΠΑ πρέπει να στραφούν από την παθητική υποστήριξη στην ενεργητική διπλωματία. Συγχρόνως, μια ανανεωμένη ειρηνευτική πρωτοβουλία με τη συμμετοχή διεθνών παραγόντων θα πρέπει να στοχεύει στη λύση των δύο κρατών, ενώ θα αντιμετωπίζει άμεσες ανάγκες, όπως η ανοικοδόμηση της Γάζας και η μεταρρύθμιση της παλαιστινιακής διακυβέρνησης.
Τέλος, θα πρέπει να υποστηριχθούν ανεξάρτητες έρευνες για εικαζόμενα εγκλήματα πολέμου από όλες τις πλευρές για την αποκατάσταση της αξιοπιστίας των ΗΠΑ. Εάν ο Τραμπ συνεχίσει να ευθυγραμμίζεται με τη σκληροπυρηνική ατζέντα του Νετανιάχου, χωρίς να ασχοληθεί με τα δικαιώματα των Παλαιστινίων, οι ΗΠΑ κινδυνεύουν να βαθύνουν τη σύγκρουση».
Η νέα ηγεσία του Αχμεντ Αλ-Σάρα στη Συρία μπορεί να εγγυηθεί σταθερότητα στη χώρα;
«Το μεταβατικό καθεστώς στη Συρία, μετά την πτώση του Άσαντ, προσφέρει πρώιμα σημάδια προόδου, ωστόσο όχι και εγγυήσεις μακροπρόθεσμης σταθερότητας. Η νέα κυβέρνηση έχει ενώσει διαφορετικούς πολιτικούς παράγοντες, άρχισε να ενσωματώνει τις κουρδικές δυνάμεις στον εθνικό στρατό και κέρδισε την αρχική διεθνή αναγνώριση, δίνοντας σήματα μιας πιο συμπεριληπτικής διακυβέρνησης.
Παρόλα αυτά, εξακολουθούν να υπάρχουν σοβαρές προκλήσεις. Οι πιστοί του Άσαντ συνεχίζουν την ανταρτική δραστηριότητα, οι σεχταριστικές εντάσεις αυξάνονται και το προσωρινό Σύνταγμα λόγω των ισλαμιστικών τάσεών του έχει ανησυχήσει τις μειονότητες και τους κοσμικούς. Η μεσοπρόθεσμη έως μακροπρόθεσμη σταθερότητα εξαρτάται όμως από τη διακυβέρνηση χωρίς αποκλεισμούς, την προστασία των μειονοτήτων, την οικονομική ανάκαμψη και τη θεσμική ανασυγκρότηση.
Το καθεστώς πρέπει επίσης να καλλιεργήσει μια νέα εθνική ταυτότητα που θα υπερβαίνει τους σεχταριστικούς διαχωρισμούς και θα διευκολύνει την ασφαλή επιστροφή των προσφύγων. Η κυβέρνηση του Aλ-Σάρα προσφέρει, εκτιμώ, μια εύθραυστη ευκαιρία για σταθερότητα».
«Τα ΗΑΕ υποστηρίζουν τις αντιτρομοκρατικές επιχειρήσεις»
Ποιον ρόλο μπορούν να παίξουν τα Εμιράτα ευρύτερα στη Μέση Ανατολή;
«Εν μέσω της σημερινής ασταθούς δυναμικής της Μέσης Ανατολής, τα ΗΑΕ ξεχωρίζουν ως μεσολαβητής, επενδυτής, παράγοντας ασφάλειας και διπλωματική γέφυρα, ικανή να συμβάλλει τόσο την επίλυση συγκρούσεων όσο και τη μακροπρόθεσμη περιφερειακή σταθερότητα. Έχουν εξάλλου αναδειχθεί σε στρατηγική μεσαία δύναμη στη Μέση Ανατολή, επηρεάζοντας από τον πόλεμο στη Γάζα και τις εντάσεις στην Ερυθρά Θάλασσα μέχρι τη μεταβατική φάση στη Συρία και τις διεκδικήσεις του Ιράν.
Ειδικότερα, τα ΗΑΕ είναι ο διπλωματικός διαμεσολαβητής για τη διατήρηση σχέσεων με το Ισραήλ, τα αραβικά κράτη, ακόμη και το Ιράν, λειτουργώντας ως μεσολαβητής σε μεγάλες συγκρούσεις. Επίσης, τα ΗΑΕ αποτελούν τον οικονομικό κόμβο ανασυγκρότησης, με τεράστιους οικονομικούς πόρους και ικανούς θεσμούς, σε ετοιμότητα να ηγηθούν της ανοικοδόμησης μετά τη σύγκρουση στη Γάζα, τη Συρία και τον Λίβανο, χρησιμοποιώντας βοήθεια και επενδύσεις για να ασκήσουν ήπια ισχύ.
Τέλος, ως βασικός σύμμαχος των δυτικών δυνάμεων, τα ΗΑΕ υποστηρίζουν τις αντιτρομοκρατικές επιχειρήσεις και τη θαλάσσια ασφάλεια και θα μπορούσαν να συμβάλλουν στη δημιουργία ενός περιφερειακού αραβικού πλαισίου ασφαλείας».
«Υπάρχει επείγουσα ανάγκη κατανόησης αυτής της εξελισσόμενης ισορροπίας δυνάμεων»
Ποιοι περιφερειακοί παίκτες θα καθορίσουν την τελική ισορροπία δυνάμεων στη Μέση Ανατολή; ΗΠΑ, Ισραήλ, Τουρκία, τα κράτη του Κόλπου;
«Η Μέση Ανατολή εισέρχεται σε μια νέα εποχή που ορίζεται από τον πολυπολικό ανταγωνισμό, όπου δεν υπάρχει μεμονωμένος παίκτης ο οποίος κυριαρχεί, αλλά πολλές περιφερειακές και παγκόσμιες δυνάμεις που διαμορφώνουν τα αποτελέσματα μέσω αλληλεπικαλυπτόμενων συμμαχιών, διενέξεων και δικτύων πληρεξουσίων. Πρόσφατες συγκρούσεις στη Γάζα, τη Συρία και την Ερυθρά Θάλασσα υπογραμμίζουν την επείγουσα ανάγκη κατανόησης αυτής της εξελισσόμενης ισορροπίας δυνάμεων.
Το μέλλον της Μέσης Ανατολής θα διαμορφωθεί από μια πολυπολική ισορροπία επιρροής μεταξύ των ΗΠΑ στο θέμα της ασφάλειας, του Ιράν και της Τουρκίας σχετικά με την ιδεολογική και περιφερειακή επιρροή τους, των χωρών του Κόλπου αναφορικά με τη διπλωματία και την οικονομική ολοκλήρωση, του Ισραήλ για τις στρατιωτικές πληροφορίες και, τέλος, της Κίνας για την οικονομική στρατηγική».
Content Original Link:
" target="_blank">