Πώς οι δασμοί έγιναν το απόλυτο όπλο του Τραμπ - Κερδίζουν ή χάνουν οι ΗΠΑ;
Με τις συζητήσεις ανάμεσα σε Αμερικανούς και Κινέζους αξιωματούχους για τις εμπορικές σχέσεις μεταξύ των δύο πλευρών να είναι ολοκληρωμένες και με την παράταση της εκεχειρίας μεταξύ τους μετά τις 12 Αυγούστου να περιμένει την τελική έγκριση από τον Ντόναλντ Τραμπ το χρονικό σημείο προσφέρεται για μια πρώτη εκτίμηση της απόφασης του προέδρου των ΗΠΑ να μετατρέψει την εμπορική πολιτική σε μέσο επιβολής.
Οι δασμοί μοχλός επιβολής των ΗΠΑ
Ανεξάρτητα από το εάν ο Τραμπ θα πειστεί από όσα συζητήθηκαν και από το ιδιαίτερα «εποικοδομητικό» κλίμα που επικράτησε στις συνομιλίες στην Στοκχόλμη -σύμφωνα και με τις δύο ομάδες- για να δώσει στην εκεχειρία την παράταση των 90 ημερών στην μη επαναφορά των δασμών με την Κίνα, ο ίδιος έχει κάνει βήματα που έχουν αρχίσει να παράγουν αποτελέσματα.
Μέσα στο τελευταίο διάστημα ο Αμερικανός πρόεδρος έχει καταφέρει να πάρει θετικές -τουλάχιστον πολιτικά- για τις ΗΠΑ συμφωνίες από την Ευρωπαϊκή Ένωση, την Ιαπωνία, την Μεγάλη Βρετανία, την Ινδονησία, το Βιετνάμ και τις Φιλιππίνες. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις ο Τραμπ κατάφερε να βάλει «πρώτα την Αμερική» και η άλλη πλευρά να αποδεχθεί δασμούς από 10% έως και 20% στα προϊόντα τους, ενώ και να υπογράψουν επενδυτικές συμφωνίες αξίας δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Οι «επιτυχίες» του αυτές, οι οποίες ουσιαστικά ήταν αποτέλεσμα ενός πολιτικού και οικονομικού εκβιασμού -υπό το πρίσμα ότι αν δεν υπογράφονταν οι συμφωνίες με τους υψηλούς αυτούς δασμούς (και μείωση των εμπορικών ελλειμμάτων για τις ΗΠΑ) τα πράγματα θα γίνονταν χειρότερα για όλους από την Παρασκευή και μετά καθώς τότε λήγει η προθεσμία για συμφωνίες με τις ΗΠΑ και μπαίνουν εξωφρενικοί δασμοί- παρέχουν στον Ντόναλντ Τραμπ μια ακόμα επιβεβαίωση της ισχύος των ΗΠΑ.
Η Αμερική Πάλι Μεγάλη με τους δασμούς…
Αυτό με την σειρά του, είναι ένα σημαντικό βήμα για να επιβάλλει τόσο εσωτερικά όσο και εξωτερικά την οικονομική του πολιτική. Όμως σε αυτό το σημείο υπάρχουν αρκετά ερωτηματικά, τουλάχιστον από τους οικονομολόγους, τόσο ως προς την εφαρμογή της πολιτικής του όσο και ως προς το αποτέλεσμα της.
Υποτίθεται ότι διακηρυγμένος στόχος της οικονομικής πολιτικής του Τραμπ είναι να… επιστρέψει στις παλιές δόξες της (όπως τις αντιλαμβάνεται ο ίδιος) η αμερικανική οικονομία. Να γίνει δηλαδή η Αμερική και πάλι μεγάλη (MAGA), που σημαίνει ότι η πολιτική του αυτή θα φέρει την παραγωγή περισσότερων εταιρειών στις ΗΠΑ, θα φέρει επενδύσεις και θα δημιουργηθούν πολλές θέσεις εργασίας σε εργοστάσια.
Ο ίδιος και το επιτελείο του θεωρούν ότι η αυτό δεν θα επιβαρύνει τους καταναλωτές και τις επιχειρήσεις στις ΗΠΑ, αφού όπως μονότονα επαναλαμβάνουν τους δασμούς δεν θα τους «πληρώσουν» οι Αμερικανοί, αλλά οι εμπορικοί εταίροι.
…Αλλά ποιος πληρώνει;
Οι περισσότεροι οικονομολόγοι υποστηρίζουν βέβαια ότι αυτό είναι μια πλάνη, αφού οι δασμοί αυξάνουν τις τιμές στα αγαθά και επιβαρύνουν τις επιχειρήσεις. Επιπλέον οι επιπτώσεις των δασμών σε μια οικονομία αρχίζουν να φαίνονται μετά από κάποιους μήνες, και παρότι μέχρι τώρα οι δασμοί ουσιαστικά δεν έχουν εφαρμοστεί με τα «μπρος πίσω» από τον Τραμπ (στην αρχή του έτους συνολικά οι δασμοί σε εφαρμογή στις ΗΠΑ έφταναν περίπου στο 2,5% ενώ τον Ιούνιο έφτασαν στο 17,5%), ήδη οι καταναλωτές στις ΗΠΑ ξοδεύουν λιγότερα, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, ενώ ο πληθωρισμός παρότι παραμένει χαμηλός, στο 2,7% παρουσίασε αύξηση τον Ιούνιο.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις από αναλυτές της Morgan Stanley «το πιο πιθανό αποτέλεσμα (σ.σ. των δασμών) θα είναι αργή ανάπτυξη και σταθερός πληθωρισμός αλλά όχι ύφεση». Εξάλλου, όπως σημειώνουν οι δασμοί 15% που επιβλήθηκαν στην ΕΕ και την Ιαπωνία αποτελούν μια μικρή αύξηση σε σχέση με το ποσοστό 10% που ο Τραμπ άρχισε να επιβάλλει τον Απρίλιο κατά τη διάρκεια της περιόδου διαπραγματεύσεων.
Μπορεί αυτή την… αργή ανάπτυξη οι Αμερικανοί καταναλωτές και επιχειρήσεις να μην την έχουν ακόμα νιώσει στην τσέπη τους, όμως αυτό οφείλεται και στον τρόπο με τον οποίο αυτοί ανακοινώνονται, που δίνει τον χρόνο στην αγορά να προσαρμοστεί.
Επί παραδείγματι μετά τις συμφωνίες με Ιαπωνία και ΕΕ, τα αυτοκίνητα που κατασκευάζονται σε ευρωπαϊκό και ιαπωνικό έδαφος δεν θα υπόκεινται πλέον σε δασμούς 25% που είχε ανακοινώσει ο Τραμπ, αλλά σε φόρο 15%. Ο φόρος δεν έχει ακόμα περάσει στις τιμές των αντιπροσωπειών στις ΗΠΑ. Αυτό δίνει τον χώρο στην Αμερικανική κυβέρνηση να υποστηρίζει ότι οι τιμές στα αυτοκίνητα παραμένουν περίπου ίδιες γιατί οι ξένοι κατασκευαστές απορροφούν το κόστος, όμως είναι αποτέλεσμα μάλλον της συσσώρευσης εμπορεύματος ούτως ώστε να γλιτώσουν την καταβολή των φόρων όταν μπει σε εφαρμογή.
Τα στοιχεία
Την προηγούμενη εβδομάδα περισσότερες από 100 από τις μεγαλύτερες εταιρείες των ΗΠΑ δημοσίευσαν τα τριμηνιαία οικονομικά τους αποτελέσματα, ενημερώνοντας τους επενδυτές για τα κέρδη (ή τις ζημίες) τους και τις προσδοκίες τους για το υπόλοιπο του έτους.
Από αυτές κάποιες μεγάλες εταιρείες, ιδίως οι αυτοκινητοβιομηχανίες και επιχειρήσεις που βασίζονται στην κατανάλωση, παρουσίασαν οικονομικά προβλήματα λόγω των δασμών που έχει επιβάλει μέχρι στιγμής ο Τραμπ. Από την άλλη, εταιρείες τεχνολογίας και χρηματοοικονομικές εταιρείες που εξαρτώνται λιγότερο από τις εισαγωγές, τα πήγαν εξαιρετικά καλά.
Επί παραδείγματι, η αυτοκινητοβιομηχανία General Motors ανακοίνωσε ότι οι δασμοί της κόστισαν πάνω από 1 δισεκατομμύριο δολάρια τους τελευταίους τρεις μήνες, παρά το γεγονός ότι παρουσίασε κέρδη. Αντίστοιχα η αλυσίδα εστιατορίων Chipotle ανέφερε ότι οι πελάτες ανησυχούν για την οικονομία και αγοράζουν λιγότερα… μπουρίτος, ενώ η εταιρεία ετοιμάζεται να πληρώσει ακριβότερα τα υλικά που χρησιμοποιεί.
Από την άλλη βέβαια, η Google τα πήγε τόσο καλά που ανακοίνωσε ότι επενδύει άλλα 10 δισεκατομμύρια δολάρια στον τομέα της τεχνητής νοημοσύνης, ενώ στη Wall Street, οι μεγάλες τράπεζες εκμεταλλεύτηκαν την αστάθεια της αγοράς αυτή την άνοιξη και κατέγραψαν ένα εξαιρετικό τρίμηνο.
Οι συμφωνίες του αέρα και οι σπάνιες γαίες
Όλα αυτά συμβαίνουν ενώ επί της ουσίας οι συμφωνίες που έχουν συναφθεί δεν έχουν ακόμα πάρει σάρκα και οστά και ενώ υπάρχουν κενά στην δασμολογική πολιτική εξαιτίας των μπρος και πίσω που κάνει η κυβέρνηση Τραμπ.
Από τα παραπάνω προκύπτει ότι η γενικευμένη αισιοδοξία στις αγορές και η οριακή αδιαφορία με την οποία αυτές αντιμετώπισαν τις εμπορικές συμφωνίες Τραμπ είναι επειδή η εικόνα για το ποιον τελικά θα επηρεάσουν άμεσα και μακροπρόθεσμα οι δασμοί έχει αρχίσει να ξεκαθαρίζει. Τουλάχιστον όσο η Κίνα εμφανίζεται διατεθειμένη να συνεργαστεί με τις ΗΠΑ στο θέμα των σπάνιων γαιών και η εκεχειρία μεταξύ των δύο τηρείται.
Content Original Link:
" target="_blank">