Γιατί η εμπορική συμφωνία με τον Τραμπ αποτελεί «ψυχρολουσία» για την ΕΕ - Ανάλυση του Reuters
Στο τέλος, η Ευρώπη διαπίστωσε ότι δεν είχε τον απαραίτητο μοχλό πίεσης για να εντάξει την Αμερική του Ντόναλντ Τραμπ σε μια εμπορική συμφωνία με τους δικούς της όρους και έτσι υπέγραψε μια συμφωνίαπου μπορεί μόλις να αντέξει — αν κλίνει σαφώς υπέρ των ΗΠΑ, σύμφωνα με ανάλυση του Reuters.
Έτσι, η συμφωνία της Κυριακής για ένα γενικό δασμό 15%, μετά από μήνες αψιμαχίας, αποτελεί ένα reality check για τις φιλοδοξίες της 27-μελούς Ευρωπαϊκής Ένωσης να γίνει μια οικονομική δύναμη ικανή να ανταγωνιστεί χώρες όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες ή η Κίνα.
Αυτή η ψυχρολουσία είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακή, δεδομένου ότι η ΕΕ παρουσιάζεται εδώ και καιρό ως υπερδύναμη εξαγωγών και πρωταθλητής του εμπορίου βασισμένου σε κανόνες.
Βέβαια, ο νέος δασμός που θα ισχύσει πλέον είναι πολύ πιο «εύπεπτος» από τους «αμοιβαίους» δασμούς 30% που απειλούσε να επιβάλει σε λίγες μέρες ο Τραμπ.
Παρόλο που με τη νέα πραγματικότητα λογικά εξασφαλίζεται ότι η Ευρώπη θα αποφύγει την ύφεση, πιθανότατα η οικονομία της θα παραμείνει σε στασιμότητα: βρίσκεται ανάμεσα σε δύο σενάρια δασμών που η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα πρόβλεψε τον περασμένο μήνα ότι θα σήμαιναν οικονομική ανάπτυξη 0,5%-0,9% φέτος, σε σύγκριση με λίγο πάνω από 1% σε ένα περιβάλλον χωρίς εμπορικές εντάσεις.
Ωστόσο, είναι ένα σενάριο που θα ήταν σχεδόν αδιανόητο μόλις πριν από μερικούς μήνες, στην εποχή πριν από τον Τραμπ 2.0, όταν η ΕΕ, μαζί με ένα μεγάλο μέρος του κόσμου, μπορούσε να βασίζεται σε μέσους δασμούς των ΗΠΑ γύρω στο 1,5%.
Ακόμα και όταν η Βρετανία συμφώνησε ένα βασικό δασμό 10% με τις ΗΠΑ τον Μάιο, οι αξιωματούχοι της ΕΕ ήταν ανένδοτοι ότι θα μπορούσαν να πετύχουν κάτι καλύτερο και -πιστεύοντας ότι το μπλοκ είχε την οικονομική δύναμη να αντιμετωπίσει τον Τραμπ- πίεσαν για μια συμφωνία «μηδενικών δασμών».
Χρειάστηκαν μερικές εβδομάδες άκαρπων διαπραγματεύσεων με τις ΗΠΑ για να αποδεχτούν οι Ευρωπαίοι ότι το 10% ήταν το καλύτερο που μπορούσαν να πετύχουν, και μερικές ακόμη εβδομάδες για να αποδεχτούν το ίδιο βασικό 15% που οι ΗΠΑ συμφώνησαν με την Ιαπωνία την περασμένη εβδομάδα.
«Η ΕΕ δεν έχει μεγαλύτερους μοχλούς πίεσης από τις ΗΠΑ, και η κυβέρνηση Τραμπ δεν βιάζεται», δήλωσε ανώτερος ευρωπαίος αξιωματούχος που ενημερωνόταν για τις διαπραγματεύσεις της περασμένης εβδομάδας, καθώς πλησίαζαν στους δασμούς 15%.
Αυτός ο αξιωματούχος και άλλοι παρέμεμψαν στην πίεση από τις εξαγωγικές επιχειρήσεις της Ευρώπης να κλείσει μια συμφωνία ώστε να μειωθούν τα επίπεδα αβεβαιότητας που άρχισαν να πλήττουν εταιρείες από τη φινλανδική Nokia έως τη σουηδική χαλυβουργική SSAB.
«Είχαμε άσχημα χαρτιά στο τραπέζι. Αυτή η συμφωνία είναι η καλύτερη δυνατή επιλογή υπό τις παρούσες συνθήκες», είπε ένας διπλωμάτης της ΕΕ. «Οι τελευταίοι μήνες έχουν δείξει ξεκάθαρα πόσο καταστροφική είναι η αβεβαιότητα στο παγκόσμιο εμπόριο για τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις.»
Και τώρα τι;
Αυτή η ανισορροπία -ή όπως την αποκαλούν οι εμπορικοί διαπραγματευτές, «ασυμμετρία»- είναι εμφανής στην τελική συμφωνία.
Όχι μόνο αναμένεται ότι η ΕΕ θα ακυρώσει τυχόν αντίποινα και θα παραμείνει ανοικτή σε αμερικανικά προϊόντα με τους υπάρχοντες όρους, αλλά έχει επίσης δεσμευτεί για επενδύσεις 600 δισ. δολαρίων στις ΗΠΑ. Ο χρονικός ορίζοντας για αυτό παραμένει αόριστος, όπως και άλλες λεπτομέρειες της συμφωνίας προς το παρόν.
Καθώς εξελίσσονταν οι συνομιλίες, κατέστη σαφές ότι η ΕΕ κατέληξε στο συμπέρασμα ότι είχε περισσότερα να χάσει από μια πλήρη σύγκρουση.
Τα αντίμετρα με τα οποία απείλησε τις ΗΠΑ έφταναν περίπου τα 93 δισεκατομμύρια ευρώ — λιγότερα από το μισό του εμπορικού πλεονάσματος με τις ΗΠΑ, που ανέρχεται σε σχεδόν 200 δισ. ευρώ.
Είναι αλήθεια ότι όλο και περισσότερες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες ήταν έτοιμες να εξετάσουν διευρυμένα αντίμετρα που θα επέτρεπαν στην ΕΕ να στοχεύσει το εμπόριο υπηρεσιών, όπου οι ΗΠΑ είχαν πλεόνασμα περίπου 75 δισ. δολαρίων το περασμένο έτος.
Αλλά ακόμα και τότε, δεν υπήρχε σαφής πλειοψηφία στο σχέδιο να μπουν στο στόχαστρο οι ψηφιακές υπηρεσίες των ΗΠΑ που απολαμβάνουν οι Ευρωπαίοι και για τις οποίες υπάρχουν ελάχιστες εγχώριες εναλλακτικές -από το Netflix έως το Uber και τις υπηρεσίες cloud της Microsoft.
Απομένει να φανεί αν αυτό θα ενθαρρύνει τους ευρωπαίους ηγέτες να επιταχύνουν τις οικονομικές μεταρρυθμίσεις και τη διαφοροποίηση των εμπορικών συμμάχων, στις οποίες έχουν δώσει μακροπρόθεσμες υποσχέσεις, οι οποίες όμως έχουν εμποδιστεί από εθνικές διαιρέσεις.
Περιγράφοντας τη συμφωνία ως έναν οδυνηρό συμβιβασμό που αποτελεί «υπαρξιακή απειλή» για πολλά από τα μέλη της, η γερμανική Ένωση Χονδρικής και Εξαγωγών (BGA) δήλωσε ότι ήρθε η ώρα η Ευρώπη να μειώσει την εξάρτησή της από τον μεγαλύτερο εμπορικό της εταίρο.
«Ας δούμε τους περασμένους μήνες ως μια αφύπνιση», δήλωσε ο πρόεδρος της BGA, Ντιρκ Γιάντουρα. «Η Ευρώπη πρέπει τώρα να προετοιμαστεί στρατηγικά για το μέλλον -χρειαζόμαστε νέες εμπορικές συμφωνίες με τις μεγαλύτερες βιομηχανικές δυνάμεις του κόσμου.»
ΠΗΓΗ: Euro2day
Content Original Link:
" target="_blank">