Κομισιόν: Ανάπτυξη 2,3%, υπερπλεονάσματα και νέο "μαξιλάρι" για παροχές, αλλά η αγορά εργασίας ασθενεί
Κομισιόν: Υπέρβαση στόχων στα δημόσια οικονομικά Στο πεδίο των δημόσιων οικονομικών, η Κομισιόν πιστώνει στην κυβέρνηση ότι πέτυχε πρωτογενές πλεόνασμα 4,8% του ΑΕΠ για το 2024 - υψηλότερο απ’ όσο περίμεναν ακόμη και οι ίδιοι οι θεσμοί ενώ βλέπει νέο ρεκόρ για φέτος και του χρόνου. Συγκεκριμένα το πρωτογενές πλεόνασμα του 2025 τοποθετείται στο 3,8% του ΑΕΠ, υπερβαίνοντας τις τελευταίες εθνικές εκτιμήσεις για 3,2% και τις αρχικές για 2,4%. Για το 2026 προβλέπεται περαιτέρω αύξηση στο 4%. Το συνολικό ισοζύγιο της γενικής κυβέρνησης αναμένεται πλεονασματικό κατά 0,7% το 2025 και 1,4% το 2026. Τα νούμερα αυτά, σε συνδυασμό με την αποκλιμάκωση του χρέους στο 140,6% του ΑΕΠ το 2026, ανοίγουν τον δρόμο για ένα νέο «πακέτο» φορο ελαφρύνσεων σε νοικοκυριά, ιδιοκτήτες ακινήτων και επιχειρήσεις.
Μισθοί και πληθωρισμός: Ασύμμετρες πιέσεις για την ελληνική οικονομία λέει η Κομισιόν Παρά τη βελτίωση των βασικών δεικτών, η ελληνική οικονομία εξακολουθεί να εμφανίζει σημεία έντονης τριβής. Ο πληθωρισμός επιμένει σε επίπεδα πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, 2,8% το 2025 και 2,3% το 2026, έναντι 2,1% και 1,7% στην Ευρωζώνη. Το αυξημένο κόστος υπηρεσιών, εν μέρει λόγω μισθολογικών αυξήσεων, συμβάλλει στις πληθωριστικές πιέσεις. Οι ονομαστικοί μισθοί αναμένεται να αυξηθούν κατά 4% το 2025 και 3% το 2026. Ωστόσο, η Κομισιόν υπογραμμίζει πως οι πραγματικές αυξήσεις (περίπου 1,3% ετησίως) παραμένουν συγκρατημένες, με δεδομένο τον πληθωρισμό και τις διαρθρωτικές αδυναμίες της αγοράς εργασίας.
Η αύξηση του κατώτατου μισθού –ο οποίος λειτουργεί πλέον ως σημείο αναφοράς και για τον ευρύτερο δημόσιο τομέα– υποστηρίζει τη συνολική ανοδική τάση των αποδοχών. Παρόλα αυτά, η ανταπόκριση του ιδιωτικού τομέα παραμένει ασθενής, λόγω χαμηλής παραγωγικότητας και περιορισμένης επένδυσης σε ανθρώπινο κεφάλαιο.
Ανοιχτές πληγές της ελληνικής οικονομίας: Έλλειμμα ισοζυγίου και στενότητα εργατικού δυναμικούΤο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών παραμένει ένα από τα πιο προβληματικά μεγέθη της ελληνικής οικονομίας. Το 2025 και το 2026 προβλέπεται να κυμανθεί σταθερά σε επίπεδα κοντά στο -8% του ΑΕΠ, λόγω υψηλών εισαγωγών (συνδεόμενων με την ενίσχυση των επενδύσεων και της κατανάλωσης) και ελλειμμάτων στο ισοζύγιο εισοδημάτων. Σε αυτό προστίθενται οι εξωτερικοί γεωπολιτικοί κίνδυνοι, από το παγκόσμιο εμπόριο έως τις εντάσεις σε Ουκρανία και Μέση Ανατολή. Η προσφορά εργασίας δεν επαρκεί για να καλύψει τις ανάγκες κλάδων υψηλής ζήτησης – κατασκευές, τουρισμός, ψηφιακές τεχνολογίες – με την Κομισιόν να κρούει τον κώδωνα για τις υφιστάμενες αναντιστοιχίες δεξιοτήτων. Αυτή η στρέβλωση περιορίζει όχι μόνο τις προοπτικές απασχόλησης, αλλά και τη δυνατότητα του ιδιωτικού τομέα να προσφέρει ανταγωνιστικές αμοιβές, χωρίς να διογκώνει το κόστος.
Ανταγωνιστικότητα: Το διαρθρωτικό στοίχημα Η έκθεση θέτει με έμφαση το ζήτημα της ανταγωνιστικότητας του ελληνικού ιδιωτικού τομέα, ιδίως στον τομέα των υπηρεσιών και της σύνδεσης εκπαίδευσης - αγοράς εργασίας. Παρά τη μακροοικονομική σταθερότητα, απουσιάζουν οι ποιοτικές προσαρμογές στο παραγωγικό μοντέλο. Η μακροχρόνια ανθεκτικότητα της οικονομίας θα εξαρτηθεί από το κατά πόσο το επενδυτικό momentum θα συνοδευτεί από αύξηση της προστιθέμενης αξίας και διατηρήσιμη άνοδο μισθών.
Content Original Link:
" target="_blank">